Με
αφορμή την πρόσφατη επίθεση ομάδας
ενάντια στο εργοτάξιο της “Ελληνικός
Χρυσός”, άνοιξε για ακόμα μια φορά στα
πλαίσια του λαϊκού κινήματος μια ολόκληρη
συζήτηση πάνω στις μορφές πάλης, που
άγγιξε όλους τους πολιτικούς χώρους.
Είναι φυσικά η συνέχεια μιας συζήτησης
που εξελίσσεται εδώ και χρόνια, και θα
απασχολήσει ξανά πολύ έντονα κάθε
αριστερό άνθρωπο. Πώς να κρίνουμε ως
πολιτικός χώρος το γεγονός αυτό; Πώς
θέτουμε, ως πολιτικός χώρος το ζήτημα
των μορφών πάλης; Αποδεχόμαστε τη
σύγκριση της Κερατέας με το κίνημα στη
Χαλκιδικής;
Για να απαντήσουμε λοιπόν στο συγκεκριμένο ερώτημα, όπως και σε κάθε ερώτημα, πρέπει να κάνουμε συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης. Όμως, για να γίνει σωστά η ανάλυση μας αυτή, θα πρέπει να βασίζεται πάνω σε σωστά εργαλεία σκέψης, τα οποία να είναι ικανά να μας οδηγούν σε σωστές αποφάσεις. Αν δεν αναπτύξουμε κριτήρια σκέψης και ανάλυσης, προσαρμοσμένα στις σημερινές συνθήκες, τότε κινδυνεύουμε είτε να σερνόμαστε πίσω από το αυθόρμητο, είτε να χάνουμε τη σύνδεση μας με τον κόσμο -και στις δύο περιπτώσεις υπονομεύουμε με τη στάση μας το λαϊκό κίνημα.
Κατ'
αρχάς, η γενική εκτίμηση μας για την
πολιτική περίοδο που διανύουμε είναι
ότι βρισκόμαστε σε περίοδο παροξυσμού
όλων των αντιθέσεων και έντασης της
ταξικής πάλης. Ειδικότερα στην Ελλάδα,
η βαθιά και αθεράπευτη κρίση του
παγκόσμιου καπιταλιστικού-ιμπεριαλιστικού
συστήματος, οδηγεί αυθόρμητα πλατιές
λαϊκές μάζες στην ολομέτωπο σύγκρουση
με το σύστημα. Κάθε γύρος της ταξικής
αναμέτρησης γίνεται ολοένα και πιο
σκληρός, και από την πλευρά του συστήματος
και από την πλευρά του λαού, οδηγώντας
τα δύο στρατόπεδα σε ανοιχτή ρήξη.
Εκτίμηση
μας είναι ότι ενώ το στρατόπεδο του
συστήματος είναι συμπαγές και συνειδητοποιημένο για τα όσα θα
επακολουθήσουν, το λαϊκό στρατόπεδο
μόλις βγαίνει από την ιστορική ήττα και
την πλήρη αποσύνθεση του λαϊκού κινήματος.
Ενώ, λοιπόν, το σύστημα είναι έτοιμο να
ασκήσει πρωτοφανή και απροκάλυπτη βία
απέναντι στο λαϊκό κίνημα, ο λαός τρέφει
ακόμα μεγάλες αυταπάτες για τη φύση της
σύγκρουσης. Το επίπεδο οργάνωσης του
λαού ακόμα είναι πολύ χαμηλό.
Παρόλα
αυτά, δεν πρέπει να μένουμε μόνο στη
φωτογραφία της κατάστασης. Η αλήθεια
είναι ότι το λαϊκό κίνημα έχει κάνει
μεγάλα βήματα τα τελευταία χρόνια, οι
μάζες έχουν βγάλει πολιτικά συμπεράσματα,
και έχουν αποκτήσει αξιόλογη εμπειρία
-ακόμα και στο επίπεδο των συγκρούσεων. Μπαίνουμε λοιπόν σε μια περίοδο, όπου η
ένταση της ταξικής πάλης θα αντανακλαστεί
στις μορφές πάλης. Οι συγκρούσεις με
τις δυνάμεις καταστολής είναι πλέον
καθημερινότητα για το λαό, και σύντομα
οι μορφές πάλης θα αναβαθμιστούν.
Η
θέληση του λαού για το σπάσιμο της
αδράνειας και της υποταγής που επιβάλλει
η ρεφορμιστική αριστερά θα εκφραστούν
και στο επίπεδο των μορφών πάλης. Θα
εκφραστεί στις συγκρούσεις η θέληση
του λαού για να πάει τους αγώνες ένα
βήμα πιο πέρα από ό,τι πήγαιναν ως τώρα.
Όμως θα εκφραστεί και η ανοργανωσιά που
συνοδεύεται από την κυριαρχία των
αναρχοαυτόνομων αντιλήψεων μέσα στο
κίνημα, και φυσικά η “εδώ και τώρα”
απογείωση των μικροαστικών στρωμάτων.
Θα συνυπάρχουν, λοιπόν, και θετικοί
και αρνητικοί παράγοντες.
Το
λαϊκό κίνημα δεν έχει ακόμα το επίπεδο
της οργάνωσης να αντιπαρατίθεται
νικηφόρα με το σύστημα. Αυτό σημαίνει
ότι για μεγάλο διάστημα ο λαός δεν θα
μπορεί να επιβάλλει τη θέληση του. Καμία
σύγκρουση δεν μπορεί να νικήσει χωρίς
πολιτική οργάνωση του λαού, χωρίς πλατιά,
μαζικά όργανα πάλης. Αυτό όμως δεν πρέπει
να μας κάνει να ξεχνάμε τις τεράστιες
δυνάμεις που κρύβονται μέσα στο λαό.
Δεν πρέπει να τυφλωνόμαστε και να χάνουμε
τη σύνδεση μας με τις μάζες, ούτε όμως
να απογειωνόμαστε και να ξεχνάμε την
πολιτική περίοδο.
Θα
υπάρχουν λοιπόν και περιπτώσεις
“πρωθύστερες”,
εικόνες από το μέλλον όπου λόγω
συγκεκριμένων συνθηκών και συσχετισμών, θα γίνεται
δυνατό το λαϊκό κίνημα ή το κίνημα της
νεολαίας, να πετυχαίνει νίκες σε όλα τα πεδία
-και φυσικά στο πεδίο της αντιπαράθεσης
με τις δυνάμεις καταστολής. Πρέπει να
ξεκαθαριστεί όμως ότι οι περιπτώσεις
αυτές θα είναι η μειοψηφία.
Περιπτώσεις
τέτοιες υπήρξαν για παράδειγμα ο
Δεκέμβρης της νεολαίας και η Κερατέα.
Στις περιπτώσεις
αυτές, που δεν είναι φυσικά ίδιες μεταξύ
τους, κατέστη δυνατό για το λαό και τη
νεολαία να έχουν νικηφόρες αντιπαραθέσεις
με τις δυνάμεις καταστολής. Υπήρξαν
όμως συγκεκριμένοι παράγοντες που το
έκαναν αυτό δυνατό.
Πώς
λοιπόν θα μπορούμε να ξεχωρίζουμε τις
πρωθύστερες εκείνες
περιπτώσεις, από
ενέργειες που αποσυγκροτούν το λαϊκό
κίνημα; Πώς να κρίνουμε την επίθεση στις
Σκουριές Χαλκιδικής;
Τρία
πρέπει να είναι τα κριτήρια της σκέψης
μας.
α)Η
γενική πολιτική κατάσταση.
β)Η
κατάσταση στο μέτωπο πάλης.
γ)Το
αν μπορεί να υποστηριχθεί η μορφή πάλης
από το λαό.
α) Ποια είναι
η γενική πολιτική κατάσταση και πώς
επηρεάζεται το κίνημα από αυτή;
Πρέπει να ληφθούν υπ' όψιν λοιπόν, η
συνολική κατάσταση του λαϊκού κινήματος,
η διάταξη των πολιτικών δυνάμεων, η
κατάσταση που βρίσκονται οι δυνάμεις
του συστήματος.
Τη στιγμή λοιπόν που ξέσπασε το κίνημα
των κατοίκων της Κερατέας, εξέφρασε
συνολικά την επιθυμία του λαού για
αντιπαράθεση με την κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ
και τη νεαρή τότε πολιτική του Μνημονίου.
Ένα τεράστιο κίνημα αλληλεγγύης
στοιχήθηκε πίσω από τους κατοίκους
ακριβώς γιατί αυτοί εξ' ονόματος όλου
του λαού, συγκρούστηκαν εκείνη τη στιγμή
με την κυβέρνηση και την ανάγκασαν σε
μια προσωρινή αναδίπλωση, σπάζοντας
την πολιτική της πυγμής που είχε
επιβληθεί. Μεγάλο τμήμα του λαού
υποστήριζε ανοιχτά του κατοίκους που
αμύνονταν απέναντι στα ΜΑΤ.
30.000 άνθρωποι συμμετείχαν στην συναυλία
συμπαράστασης στην Κερατέα, όταν οι
κάτοικοι με ένα αποφασιστικό άνοιγμα
ζήτησαν την ενεργή συμπαράσταση του
λαού.
Σήμερα, το λαϊκό κίνημα έχει περάσει
από τη φάση της άμπωτης σε εκείνη της
παλίρροιας, όπως φάνηκε στις γενικές
απεργίες του φθινοπώρου, σε αντίθεση
με την κορύφωση που υπήρξε πριν τις
διπλές εκλογές (12 Φλεβάρη). Προκλήσεις
του συστήματος απέναντι στο λαϊκό κίνημα
έμειναν χωρίς απάντηση. Η τρικομματική
κυβέρνηση ούτε θέλει, αλλά ούτε και
μπορεί να κάνει τέτοιους ελιγμούς όπως
η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ. Η επιλογή στις
μορφές πάλης πρέπει να λάβει υπ' όψιν
την κινηματική άμπωτη και την ανάγκη
της κυβέρνησης να περάσει την επένδυση
δια πυρός και σιδήρου.
Στη συγκεκριμένη κατάσταση, ενέργειες
όπως το κάψιμο του εργοταξίου, δεν
μπορούν να συγκροτήσουν κίνημα λαϊκής
συμπαράστασης, αντίθετα ταυτίζονται
στα μάτια του λαού με ό,τι πιο προβοκαρισμένο
και υπονομευτικό γνώρισε τα τελευταία
χρόνια, δημιουργώντας παγωμάρα στον
λαϊκό κόσμο και υπονομεύοντας το μέτωπο
αλληλεγγύης.
Ακριβώς το αντίστροφο συνέβη με την
περίπτωση της Ιερισσού. Η αποφασιστικότητα
των κατοίκων, και πρώτα από όλους των
μαθητριών του σχολείου, η ενότητα τους,
το γεγονός ότι αντιμετώπισαν ΜΑΤ και
ΕΚΑΜ χωρίς να λυγίσουν, συσπείρωση τους,
συνέταξε πίσω τους ολόκληρο εκείνο το
κομμάτι του λαϊκού κινήματος που
ασφυκτιούσε όλο το προηγούμενο διάστημα
και δέχονταν απανωτά τα κύματα της
καταστολής.
Να τι κατάφεραν με την αποφαιστικότητα τους οι κάτοικοι
της Ιερισσού: 20.000 διαδηλωτές στην Θεσσαλονίκη με
εντυπωσιακό παλμό. Η διαδήλωση αλληλεγγύης,
κεντρικό πολιτικό γεγονός στην πόλη,
(μαζικότερη διαδήλωση από την πρόσφατη
γενική απεργία), απέδειξε πώς επιβραβεύει
ο λαός το θάρρος απέναντι στις δυνάμεις
καταστολής.
Μπορούμε να φανταστούμε ποια θα ήτανε
η συμμετοχή του λαού της Θεσσαλονίκης
αν καλούνταν διαδήλωση υποστήριξης της
ενέργειας στις Σκουριές;
β) Ποιος είναι
ο βαθμός συγκρότησης του κινήματος;
Η
συγκρότηση λοιπόν του κινήματος είναι
εκείνη που καθορίζει αν μπορεί να
υιοθετηθεί η μία ή η άλλη μορφή πάλης.
Ποιοι
ήτανε οι παράγοντες εκείνοι, που επέτρεψαν
στο κίνημα της Κερατέας να υιοθετήσει
τις πιο σκληρές μορφές πάλης, χωρίς όμως
να υπονομευτεί ο αγώνας;
Πρώτα
από όλα, οι κάτοικοι της Κερατέας είχανε
αρραγές και συμπαγές το εσωτερικό τους
μέτωπο. Όλο το χωριό και η γύρω περιοχή
ήτανε ενάντια στο έργο, και συμμετείχαν
στην πράξη στις συγκρούσεις. Επίσης, οι
κάτοικοι της Κερατέας, ήτανε προετοιμασμένοι
για πολλά χρόνια πάνω στον στόχο πάλης,
και είχανε αναπτύξει το μέγιστο βαθμό
συσπείρωσης γύρω από τη συντονιστική
τους επιτροπή. Τέλος,
οι κάτοικοι μπόρεσαν και συγκρότησαν
διαδικασίες και σημεία συνάντησης (πχ
το “άπαρτο κάστρο”), έτσι ώστε κάθε
ενέργεια να ελέγχεται άμεσα από τα κάτω
και να συναποφασίζεται από τα μέλη του
κινήματος.
Προβλήματα υπήρξαν και στο κίνημα της Κερατέας, όμως η τόνος δίνονταν από την ενότητα.
Η
οργάνωση των κατοίκων, ακόμα και στο
κατ' εξοχήν πεδίο της σύγκρουσης, ήτανε
άριστη. Επέλεγαν αυτοί τον τόπο και τον
τρόπο της σύγκρουσης. Υπήρχε σχεδιασμός
και λαϊκή συμμετοχή. Ακόμα
και στις περιπτώσει των διάφορων
αιφνιδιαστικών εισβολών των ΜΑΤ (με
κορυφαία την εισβολή μέσα στην πόλη),
υπήρχε η δυνατότητα της άμεσης ανασύνταξης,
της αντεπίθεσης των κατοίκων, υπήρχε
το επίπεδο εκείνο της οργάνωσης, που
επέτρεψε να αποκρουστούν όλες οι αργίες
επιθέσεις των ΜΑΤ. Οι όποιες καταδρομικές
επιθέσεις (υπήρξαν και αυτές), δεν ήτανε
παρά συμπλήρωμα της μαζικής πάλης και
σε καμία περίπτωση υποκατάσταση της
-όπως ήτανε η επίθεση στο εργοτάξιο.
Στην
περίπτωση της Χαλκιδικής, δεν υπάρχουν
ακόμα οι παράγοντες αυτοί. Ο πληθυσμός
είναι διασπασμένος. Το
σύστημα αξιοποιεί την ανάγκη των
εργαζομένων για δουλειά ώστε να κάνει
τους εργαζόμενους στην εταιρία ανοιχτούς
υποστηρικτές του έργου. Το
κίνημα αδυνατεί αυτή
τη στιγμή
να αμβλύνει την αντίθεση που δημιουργείται
μέσα στον τοπικό πληθυσμό -πολλά κομμάτια
του κινήματος μάλιστα την οξύνουν,
υπονομεύονταν την δυνατότητα για
ευρύτερη συσπείρωση. Μάλιστα δημιουργούνται
πλέον κίνδυνοι για προβοκάτσιες που θα
δημιουργήσουν εμφυλιοπολεμικό κλίμα
στα χωριά.
Ακόμα
όμως και μέσα στο μέτωπο των κινητοποιήσεων,
υπάρχει πολυδιάσπαση των πολιτικών
δυνάμεων, καπελωματικές συμπεριφορές,
σεχταρισμός. Ταυτόχρονα υπάρχουν
αυταπάτες που σπέρνονται από την πλευρά
του ΣΥΡΙΖΑ και των πανεπιστημιακών του
ΑΠΘ, για νομική ή εκλογική λύση στο
πρόβλημα,για συμβιβασμό.
Η
κατάσταση αυτή δημιουργεί προβλήματα
στη λήψη των αποφάσεων, οδηγεί σε
περιχαράκωση, δυσκολεύει την δυνατότητα
του κόσμου να συμμετέχει και να ελέγχει
τις αποφάσεις.
Μπορεί
να πεις κανείς στα σοβαρά, ότι η επίθεση
στο εργοτάξιο ήτανε κάτι περισσότερο
από αποτύπωση των αδυναμιών του κινήματος;
Μπορεί κανείς να μας πει τι θα γίνονταν
αν τολμούσαν οι αστυνομικές δυνάμεις
να ελέγξουν τα αυτοκίνητο των συγκεντρωμένων
στην Κερατέα, πχ όπως γίνονταν στην
διαδήλωση στην Μ. Παναγία;
Μπορεί
κάποιος να ισχυριστεί ότι το κίνημα στη
Χαλκιδική έχει φτάσει στο επίπεδο εκείνο
να αντιπαρατεθεί ανοιχτά
και κατά μέτωπο
με τις δυνάμεις καταστολής, και όχι με
δύο φρουρούς τη νύχτα;
Κανείς,
ούτε οι υποστηριχτές της ενέργειας στις
Σκουριές, δεν μπορεί να το υποστηρίξει
αυτό. Αλλιώς
θα είχε ήδη συμβεί. Μέχρι λοιπόν, να
υπάρξει αυτό το επίπεδο συγκρότησης,
οι καταδρομικές ενέργειες αποσυγκροτούν
περαιτέρω το μέτωπο.
γ) Μπορεί να
υποστηριχθεί η οποιαδήποτε μορφή πάλης
από το λαό που συμμετέχει στο κίνημα;
Οι κάτοικοι της Κερατέας, είχανε την
ολόπλευρη στήριξη όλων των πολιτικών
δυνάμεων που αναφέρονται στο κίνημα,
καθώς και την συντριπτική στήριξη των
κατοίκων της περιοχής, ακόμα και εκείνων
των κατοίκων που διαφωνούσαν με τις
δυναμικές μορφές πάλης.
Δεν μπορούσε κανείς να ξεστομίσει
εκείνες τις μέρες τίποτα περί προβοκάτσιας.
Ήτανε αδιανόητη η μη στήριξη όποιου
κατοίκου είχε συλληφθεί. Δεν υπήρχε
κανείς διαχωρισμός ανάμεσα στους
αγωνιστές. Οι κάτοικοι και όλο το λαϊκό
κίνημα ήτανε σε θέση να υπερασπιστούν
πολιτικά το δικαίωμα τους να διώξουν
τα ΜΑΤ από τα σπίτια τους, κι ας
χρησιμοποιήθηκαν βίαια μέσα. Ήτανε σε
θέση να υπερασπιστούν τους συλληφθέντες
ως αγωνιστές του τόπου τους, οι οποίοι
υπεράσπιζαν τα σπίτια του.
Ακριβώς αντίστροφη υπήρξε η πραγματικότητα
στη Χαλκιδική. Κανείς μαζικός φορέας,
καμιά πλατιά επιτροπή, κανένα σωματείο
δεν υποστήριξε την επίθεση. Υπήρξε,
μάλιστα πολιτική υποχώρηση: πολλές
επιτροπές και πολλοί κάτοικοι, με το
σιγοντάρισμα του ΣΥΡΙΖΑ, στην προσπάθεια
τους να διαχωριστούν από την ενέργεια,
υιοθέτησαν πασιφιστικές εκφράσεις ή
την επίκληση στη νομιμότητα.
Καμία ανάλογη συνέχεια από μεριάς
κατοίκων δεν μπόρεσε να υπάρξει.
Μπορούμε να συγκρίνουμε λοιπόν την
περίπτωση της Κερατέας, όπου το κίνημα
πήρε τεράστια ώθηση και θάρρος από την
αποφασιστικότητα των κατοίκων, με τα
γεγονότα που ακολούθησαν την επίθεση
στις Σκουριές; Για βδομάδες τζιπ της
αντιτρομοκρατικής με κουκουλοφόρους
περιδιάβαιναν στη Χαλκιδική και άρπαζαν
κατοίκους για ώρες, γίνανε συλλήψεις
μαθητών, ξυλοκοπήθηκε κόσμος -γιατί
τότε δεν υπήρξε αναβάθμιση των μορφών
πάλης, αν κάποιος εκτιμά ότι το κίνημα
είναι σε τέτοια φάση;
Μήπως ο κόσμος πάγωσε και βρέθηκε σε
μια κατάσταση για την οποία δεν ήτανε προετοιμασμένος; Μήπως
σέρνονται αγωνιστές στα δικαστήρια που
δεν έχουν σχέση με την επίθεση; Μήπως
το εσωτερικό μέτωπο, όπως και η δυνατότητα
των κατοίκων για μαζική αντιπαράθεση
με την αστυνομία έχει προβοκαριστεί
και υπονομευτεί;
Μήπως, τελικά, ακόμα και αυτοί οι
κάτοικοι που αρχικά χάρηκαν με την
επίθεση, δεν είχανε συνειδητοποιήσει,
ούτε είχανε ερωτηθεί από κανένα γι'
αυτό, τι εύρος σύγκρουσης ανοίγεται
μπροστά τους; Συγκρότησε τους κατοίκους
η επίθεση ή τελικά δυσκόλεψε την έκφραση
της οργής και της αγανάκτησης;
Για όλους τους παραπάνω λόγους, η επίθεση
στο εργοτάξιο των Σκουριών πρέπει να
καταγγελθεί στο λαϊκό κίνημα ως
υπονομευτική για το κίνημα ενάντια στα
μεταλλεία. Θα πρέπει να ανοιχτεί μέτωπο
στις λογικές εκείνες που υποτασσόμενοι
στην αφέλεια της στιγμής και στη διάχυτη
οργή, αποκρύπτουν από τον κόσμο τους
πραγματικούς συσχετισμούς και τον
αφήνουν εκτεθειμένο στην καταστολή.
Αποκρύπτουν τα καθήκοντα και τις ευθύνες
που απορρέουν από τέτοιου είδους
επιλογές.
Πρέπει να ανοιχτεί μέτωπο αντιπαράθεσης
σε όλους εκείνους που υποτάσσονται στην
γοητεία της μικροαστικής απογείωσης
και της αναρχο-χαρουμενιάς επικρατεί.
Γιατί στην πραγματικότητα δεν κάνουν
τίποτα άλλο παρά να εκμεταλλεύονται
την λαϊκή οργή, να την εκτονώνουν, και
να υποσκάπτουν το έδαφος των πραγματικών
λαϊκών συγκρούσεων -οι οποίες σύντομα
θα έρθουν, και στη Χαλκιδική και αλλού.
Γιατί
οι πραγματικές λαϊκές συγκρούσεις
γίνονται μέρα μεσημέρι, στην ανοιχτωσιά.
http://www.alterthess.gr/content/ektaktoeisboli-se-spitia-tis-ierissoy-apo-eidikes-dynameis-fotografies
ΑπάντησηΔιαγραφή