Πέμπτη 22 Μαρτίου 2012

Για τους Ακροναυπλιώτες αγωνιστές

Η Ακροναυπλία (τουρκ. Ιτς-Καλέ) είναι βραχώδης χερσονησίδα που αποτελούσε στην αρχαιότητα την ακρόπολη του Ναυπλίου. Βρίσκεται απέναντι από το Μπούρτζι  και δεξιά του Ναυπλίου . Στην Περίοδο της δικτατορίας του Μεταξά οι φυλακές της Ακροναυπλίας αποτέλεσαν  χώρο φρικτών βασανιστηρίων και εκτελέσεων από  το καθεστώς. Σκοπός της Μεταξικής δικτατορίας ήταν να συγκεντρώσει εκεί τους πιο επικίνδυνους κομμουνιστές κι ορισμένους ασυμβίβαστους αριστερούς, με κύριο στόχο να λυγίσει κι εντέλει να τσακίσει το ηθικό τους. Η Ακροναυπλία μετατράπηκε σε πραγματικό  πανεπιστήμιο της Αντίστασης και του Αγώνα από τους φυλακισμένους Κομμουνιστές και αγωνιστές με εξέχοντα απο αυτούς τον Δ. Γληνό.

Παρασκευή 9 Μαρτίου 2012

Ποταπή επίθεση των δυνάμεων καταστολής στην Ινδία


Το παρακάτω κείμενο κυκλοφορεί στο διαδίκτυο κάποιες εβδομάδες τώρα και αποτελεί μια κοινή ανακοίνωση ενάντια στην κρατική και εταιρική βία που αυξάνεται με έντονο τρόπο τον τελευταίο καιρό στην Ινδία. Το περιστατικό έλαβε μέρος στην Odisha όπου η εν λόγο εταιρία χάλυβα άρπαξε τη Γή των αυτοχθόνων Ινδών, υποσχέθηκε αποζημιώσεις και προσλήψεις και μοίρασε άφθονο και βάναυσο ξύλο και όχι μόνο. Με αφορμή τη χθεσινή μέρα της γυναίκας , ας δούμε με πόσο άθλιο και λυσσαλέο τρόπο αντιμετώπισαν τα όργανα καταστολής τις γυναίκες στην Ινδία του 2012.

Επιστολή προς καλλιτέχνες που κάνουν διεθνή καριέρα στην Ευρώπη την περίοδο της κρίσης ή «πιο απολιτίκ πεθαίνεις..»


Αφορμή για την παρούσα επιστολή στάθηκε μια συναυλία του συγκροτήματος των Ιμάμ Μπαϊλντί σε συνεργασία με το γνωστό στη νεολαία Mc Yinka στην Κοπεγχάγη της Δανίας στις 2 Μαρτίου. Όσα ακολουθούν είναι σκέψεις και συμβουλές προς καλλιτέχνες και κυρίως μουσικούς από την Ελλάδα που κυκλοφορούν στην Ευρώπη ζώντας το δικό τους όνειρο, αυτό της «διεθνούς καριέρας».

Ο ποιητής της Ήττας






Φοβᾶμαι...
Φοβᾶμαι τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἑφτὰ χρόνια ἔκαναν πὼς δὲν εἶχαν πάρει χαμπάρι
καὶ μία ὡραία πρωία μεσοῦντος κάποιου Ἰουλίου
βγῆκαν στὶς πλατεῖες μὲ σημαιάκια κραυγάζοντας «δῶστε τὴ χούντα στὸ λαό».
Φοβᾶμαι τοὺς ἀνθρώπους ποὺ μὲ καταλερωμένη τὴ φωλιὰ
πασχίζουν τώρα νὰ βροῦν λεκέδες στὴ δική σου.
Φοβᾶμαι τοὺς ἀνθρώπους ποὺ σοῦ κλείναν τὴν πόρτα
μὴν τυχὸν καὶ τοὺς δώσεις κουπόνια καὶ τώρα
τοὺς βλέπεις στὸ Πολυτεχνεῖο νὰ καταθέτουν γαρίφαλα καὶ νὰ δακρύζουν.
Φοβᾶμαι τοὺς ἀνθρώπους ποὺ γέμιζαν τὶς ταβέρνες
καὶ τὰ σπάζαν στὰ μπουζούκια κάθε βράδυ καὶ τώρα τὰ ξανασπάζουν
ὅταν τοὺς πιάνει τὸ μεράκι τῆς Φαραντούρη καὶ ἔχουν καὶ «ἀπόψεις».
Φοβᾶμαι τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἄλλαζαν πεζοδρόμιο ὅταν σὲ συναντοῦσαν
καὶ τώρα σὲ λοιδοροῦν γιατὶ, λέει, δὲν βαδίζεις ἴσιο δρόμο.
Φοβᾶμαι, φοβᾶμαι πολλοὺς ἀνθρώπους.
Φέτος φοβήθηκα ἀκόμη περισσότερο.
Νοέμβρης 1983

Παρασκευή 2 Μαρτίου 2012

Κωνσταντίνος Χατζόπουλος

Ο Κ. Χατζόπουλος γεννήθηκε στο Αγρίνιο το 1868. Πέθανε εν πλω στο Ιόνιο Πέλαγος, ταξιδεύοντας προς το Πρίντεζι της Ιταλίας το 1920. Μυθιστοριογράφος, ποιητής, διηγηματογράφος, μεταφραστής και δοκιμιογράφος από τους πρωτοπόρους του δημοτικισμού και του σοσιαλισμού στην Ελλάδα. Τελείωσε τις εγκύκλιες σπουδές του στο Μεσολόγγι και σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ο Χατζόπουλος παρακολούθησε το γυμνάσιο στο Μεσολογγι και στη συνέχεια φοίτησε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Επέστρεψε ως δικηγόρος στο Αγρίνιο. Έχοντας λύσει το βιοποριστικό του πρόβλημα, λόγω της μεγάλης κτηματικής περιουσίας, που κληρονόμησε από τους γονείς της μητέρας του, εγκατέλειψε το επάγγελμα πολύ σύντομα και αφιερώθηκε στη λογοτεχνία. Έτσι εγκαταστάθηκε και πάλι στην Αθήνα , όπου αναμίχθηκε ενεργά στην τότε πνευματική ζωή. Το 1897πήρε μέρος ως έφεδρος αξιωματικός του στρατού στον Ελληνοτουρκικό πόλεμο. Η εμπειρία του από την κατάσταση του ελληνικου στρατού ήταν απογοητευτική και αυτό, μαζί με την ιδεολογική στροφή του, συνετέλεσε στην τελική απόρριψη της Μεγάλης Ιδέας, γεγονός που εξέφρασε στο διήγημά του Αντάρτης (1907), το οποίο αναφέρεται ακριβώς στον πόλεμο αυτό. Ο Κωστής Παλαμάς, ένας από τους θαυμαστές του, ενθυμούμενος τα κοινά μαθητικά τους χρόνια στο Μεσολόγγι, γράφει: "...Τον αγναντεύω όξω από το σπίτι μου μαθητούδι, έφηβο, να προχωρεί στο δρόμο, φροντισμένο, κομψοντυμένο, στα κατάλευκα. Ύστερα από χρόνια βρεθήκαμε ανταμωμένοι στην Αθήνα. Εγώ πρεσβύτερος, κάπως ακουσμένος με τους στίχους μου, σκόρπιους εδώ κι εκεί. Ο Χατζόπουλος ήταν ένα έξυπνο παιδί, ζωηρό, ανυπόταχτο, διαχυτικό ή συμμαζεμένο, μα αξιαγάπητο, που μου κίνησε την προσοχή, μου ξύπνησε τη συμπάθεια. Και στο τέλος το θαυμασμό. Αργότερα γράφτηκε στο πανεπιστήμιο στα νομικά. Και πήρε το δίπλωμά του, κατόρθωμα για τους ανθρώπους του είδους του". (Από τον πρόλογο του Τάκη Αδάμου στη δεύτερη έκδοση του ηθογραφίας του Χατζόπουλου "Ο πύργος του Ακροποτάμου". Αθήνα 1987).