Σάββατο 25 Αυγούστου 2012

Ποιός ρίχνει τα μεροκάματα


Βασική αιχμή του αντιδραστικού και φασιστικού λόγου στην Ελλάδα, αποτελεί η μομφή ότι οι μετανάστες «παίρνουν τις δουλειές των Ελλήνων» και «ρίχνουν τα μεροκάματα».  Τι εθνικότητα έχουν όμως αυτοί που πραγματικά ρίχνουν τα μεροκάματα στην Ελλάδα;


Αυτό που πρέπει να αναρωτηθεί ο Έλληνας εργαζόμενος αρχικά, είναι πως σπέρνουν τον εμφύλιο ανάμεσα στην εργατική τάξη τα αφεντικά, μέσα στους Έλληνες. Πώς δηλαδή δημιουργούν όλο και πιο νέες κατηγορίες εργαζομένων, με όλο και λιγότερα δικαιώματα, διασπασμένους ή σε αντιπαράθεση με τους υπόλοιπους.
Εποχιακοί, συμβασιούχοι ορισμένου και αορίστου χρόνου, εργαζόμενοι στα stage, εργαζόμενοι με μπλοκάκι, εργαζόμενοι με συνταξιοδοτικό προ ’90, προ ’82, προ 2001 και πάει λέγοντας. Εργαζόμενοι με σύμβαση μιας μέρας! Μέσα στην ίδιο εργασιακό χώρο μπορεί να υπάρχουν τριών και τεσσάρων ειδών εργαζόμενοι, μόνιμοι, ημί-μόνιμοι και κάποιοι πάντα έτοιμοι προς απόλυση, στο ίδιο αφεντικό. Και αν απολυθεί κάποιος με διαφορετικό καθεστώς από εμένα, εμένα δεν με ενδιαφέρει. «Μη σου πω καλά να πάθει. Εγώ περνάω χειρότερα.»
Ας μη μιλήσουμε για τις σχέσεις μεταξύ των πτυχιούχων διάφορων βαθμίδων. Για παράδειγμα, οι πρώτοι Πακιστανοί υπήρξαν οι… Τειτζήδες(!), που πήρανε τις δουλειές των ΑΕΙ, δεχόμενοι να δουλέψουν με λιγότερα χρήματα από τις συμβάσεις των επιμελητηρίων, ενώ ακόμα χειρότερα για τους απόφοιτους των ΙΕΚ-ΚΕΣ που δεν έχουν κανένα επαγγελματικό δικαίωμα (ντροπή τους!) και αναγκάζουν τους επιστήμονες να κρύβουν τα μεταπτυχιακά τους για να βρουν μια πιο κακοπληρωμένη δουλειά.

Και έτσι, οι νέοι εργαζόμενοι, μπαίνοντας στη δουλειά, υπό την πίεση της ανεργίας, της φτιαχτής εκπαιδευτικής τους ανεπάρκειας, και έχοντας  απόλυτη ανάγκη να δουλέψουν, δέχονται κάθε όρο που βάζει το αφεντικό: να δουλέψουν αρχικά απλήρωτοι, για να μάθουν τη δουλειά. Να κάνουν πρακτική με μισθό μικρότερο του βασικού, για να γίνουν αρεστοί στην επιχείρηση και να αποκτήσουν προϋπηρεσία. Να μη ζητήσουν ένσημα. Να δουλέψουν λίγο παραπάνω, «όταν υπάρχει ανάγκη» (σχεδόν πάντα δηλαδή),  χωρίς υπερωρία. Να μην πληρωθούν στην ώρα τους. Να μην αντιμιλούν στον προϊστάμενο. Να κοιτούν καχύποπτα το διπλανό τους. Στο κάτω-κάτω, ο καθένας για τον εαυτό του, διαπραγματεύεται ατομικά την εργατικότητα του με τον εργοδότη, πιστεύοντας ότι αν δουλέψει τίμια και σκληρά θα ανταμειφθεί στο τέλος. 
Σήμερα, που το κεφάλαιο απαιτεί να πέσουν οι μισθοί «για να προστατευθούν οι θέσεις εργασίας», οι εργαζόμενοι δέχονται τις μειώσεις αυτές, προκειμένου να μην κλείσουν οι επιχειρήσεις και να υπάρξουν απολύσεις, ρίχνουν τα μεροκάματα τους, και απαιτούν πολλοί μάλιστα και από τους κλάδους που έχουν διατηρήσει κάποια δικαιώματα να τα απολέσουν και αυτοί. Οι ίδιοι οι Έλληνες εργαζόμενοι υπογράφουν ατομικές ή επιχειρησιακές συμβάσεις με μειωμένες αποδοχές, κάτω από τις κλαδικές τους συμβάσεις, σε κλάδους όπου δεν υπάρχει ούτε ένας μετανάστης εργαζόμενος. Σε κλάδους όπου οι μετανάστες δεν μπορούν να δουλέψουν.
Οι ίδιοι οι Έλληνες εργαζόμενοι είδανε να κλείνουν εργοστάσια και να μαραζώνουν πόλεις, σε νομούς της επαρχίες όπου δεν υπήρξε ούτε ένας μετανάστης εργάτης. Οι ίδιοι οι Έλληνες εργαζόμενοι υπέγραψαν συμφωνίες εθελούσιας απόλυσης, προκειμένου τάχα να σωθούν από τις μαζικές απολύσεις.
Και, τελικά, αν το κεφάλαιο απαιτήσει, προκειμένου να επανεκκινηθεί η οικονομία, να γίνουν επενδύσεις, να ξαναέρθει η ανάπτυξη, να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας, με ειδικό καθεστώς, χωρίς κατώτατο μισθό, χωρίς ασφάλιση, χωρίς ωράριο, συνδικαλισμό, συμβάσεις, οι ένα και μισό εκατομμύριο άνεργοι, στο χείλος της εξαθλίωσης δεν είναι έτοιμοι να δεχθούν να δουλέψουν με 300 ευρώ, όλη τη μέρα, με σκυμμένο το κεφάλι; Αν γίνει η Ελλάδα ένα τεράστιο σκλαβοπάζαρο που πεινάει, που θα έχει ανάγκη τη δουλειά για να φάει, ποιος θα βγει ατομικά, μόνος του, να πει, «εγώ δε δουλεύω με 300 ευρώ, απαιτώ δικαιώματα»; Πόσοι Έλληνες συνάδελφοι του θα πεταχτούν να του φάνε τη θέση;

Να πώς κατάφερε το κεφάλαιο να κάνει σιγά-σιγά  όλους τους Έλληνες να δουλεύουν όπως οι μετανάστες, να ποιοι, πατούν πάνω στα κεφάλια των εργατών, πάνω στα εργατικά ατυχήματα, πάνω σε απλήρωτους ανθρώπους, απολυμένους οικογενειάρχες, άνεργους πτυχιούχους, πάνω στην εξαθλιωμένη και άνεργη  Ελλάδα. Αυτοί βγάζουν τις απαίσιες στριγκλιές τους και φτύνουν το ρατσιστικό δηλητήριο, και μας μιλούν πίσω από τα λούσα τους, τις καταθέσεις στο εξωτερικό, τα βραβεία «μάνατζερ της χρονιάς». Να ποιοι, βουτηγμένοι στα λουτρά από τις σαμπάνιες των αισχρών καλοκαιρινών πάρτυ στα ελληνικά νησιά, όπου ξοδεύουν σε ένα βράδυ όσα ένας οικογενειάρχης σε ένα χρόνο, μόλις τελειώσουν τον… αστακοπόλεμο, βγάζουν τις απαίσιες γλώσσες τους και μιλάνε, με τη βρωμερή τους ανάσα, στον απλήρωτο Έλληνα εργαζόμενο τους, και του λένε:
«Οι μετανάστες σου παίρνουν τις δουλειές. Θυσίες, θυσίες και άλλες θυσίες. Η επιχείρηση έχει πρόβλημα. Παρουσιάζει πτώση το μέσο ποσοστό κέρδους. Οι μετανάστες δημιούργησαν την ανεργία. Δεν είστε αρκετά ανταγωνιστικοί. Μειώστε το μισθό σας για να διατηρήσετε τη δουλειά. Έξω οι ξένοι από την Ελλάδα. Έξω είναι κόλαση, καλά είμαστε και εδώ, δουλέψτε δύο ώρες παραπάνω. Οι λαθρομετανάστες ευθύνονται για τις ληστείες. Δεν μπορώ να σε πληρώσω αυτό το μήνα.»


Επιστολή του Λαυρέντη Αλβέρτη, πρώην διευθύνοντος συμβούλου στον Alpha στους εργαζόμενους του καναλιού για την απόσυρση της επιχειρησιακής σύμβασης

Αγαπητοί και αγαπητές συνάδελφοι [άκου συνάδελφοι!],

Όπως γνωρίζετε, στα τέλη Απριλίου είχα μοιραστεί μαζί σας την πρόθεση του σταθμού μας να προχωρήσει στη σύναψη επιχειρησιακής σύμβασης. 
Ο διάλογος που ακολούθησε ήταν ουσιαστικός και διεξήχθη με εξαιρετικούς όρους, και αυτό είναι κάτι για το οποίο θα ήθελα να σας ευχαριστήσω. Δυστυχώς όμως, δεν οδήγησε σε κάποιο απτό αποτέλεσμα και στην κατάρτιση μίας σύμβασης που να διέπει την εργασιακή σχέση του Alpha με όλους τους εργαζομένους του.
Δεν γνωρίζω τον λόγο για αυτό, καθώς η περίοδος που είχαμε ορίσει για την αποδοχή της πρότασης, έληξε χωρίς κάποια επίσημη αντίδραση από την πλευρά σας. Ελπίζω πως η απόρριψη της πρότασής μας δεν οφείλεται στο ότι δεν έγιναν πιστευτές οι καλές μας προθέσεις ή ότι αντιμετωπίστηκαν με καχυποψία.
Εμείς πάντως θα συνεχίσουμε να κάνουμε οτιδήποτε είναι δυνατό τόσο για τον  σταθμό όσο και για τους ανθρώπους του. 
Πρωταρχικός μας στόχος είναι η βιωσιμότητα του σταθμού στο σημερινό, δύσκολο περιβάλλον, συνυπολογίζοντας τις ανάγκες και τα συμφέροντα των εργαζομένων.

Με εκτίμηση,
Λαυρέντης Αλβέρτης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου