Μεταναστεύει στην Αμερική το 1906 σε ηλικία είκοσι χρονών. Οι Έλληνες της Αμερικής είναι στην πλειοψηφία τους αναλφάβητοι και φορείς μιας άλλης νοοτροπίας. Συνηθισμένο φαινόμενο οι καβγάδες και οι κλεψιές. Εργάζονται σε διάφορες βαριές και ανθυγιεινές δουλειές, στους σιδηρόδρομους, στα ορυχεία και συχνά είναι απεργοσπάστες, στη βάση της εξαθλίωσής τους.
Λίγα ριζοσπαστικά στοιχεία όπως ο Λούις Τίκας συνδέονται με τους Wobblies (βιομηχανικοί εργάτες κόσμου) και τις σοσιαλιστικές ομάδες. Ο Λούις Τίκας εργάζεται στο χαλυβουργείο του Ντένβερ και το 1910 γίνεται αμερικανός πολίτης. Ανοίγει ένα καφενείο απέναντι από τους Wobblies, όταν γίνεται μέλος τους. Στο Ντένβερ ζούσαν 240 Ελληνες. Ο 'Boss' της περιοχής Λεωνίδας Σκλήρης απο τη Σπάρτη εύρισκε δουλειά στους Έλληνες με ημερομίσθιο 1,75 δολ., όταν οι άλλοι εργάτες έπαιρναν 2,5 δολ.. Οι συνθήκες εργασίας είναι απάνθρωπες, εργάζονται ακόμη και παιδιά. Το διάστημα 1910-1913 σκοτώνονται 618 ανθρακωρύχοι. Οι εργάτες είναι εγκατεστημένοι σε οικισμούς που ανήκουν στην εταιρεία και είναι υποχρεωμένοι να ψωνίζουν από καταστήματα της εταιρείας, 25% ακριβότερα με ειδικό νόμισμα (script). Η θνησιμότητα είναι διπλάσια από τον μέσο όρο της χώρας.
Το 1912, ο Ηλίας Σπαντιδάκης εργάζεται στα ορυχεία και στις 19 Νοεμβρίου είναι επικεφαλής 63 Ελλήνων απεργών στα ορυχεία Φρέντερικ. Ακολουθούν συλλήψεις και φυλακίσεις. Ερχεται σε επαφή με την Ενωση Ανθρακωρύχων Αμερικής και κάνει περιοδείες στα ανθρακωρυχεία του Ντένβερ. Αναδεικνύεται σε ηγετική μορφή και γίνεται στόχος της οικογένειας Ροκφέλερ.
Στις 23 Σεπτεμβρίου 1913 αρχίζει η μεγάλη απεργία στην πόλη του Λάντλοου, όπου κατοικούν 13000 ανθρακωρύχοι. Τα αιτήματα των απεργών είναι: να αγοράζουν ελεύθερα από καταστήματα που δεν ανήκουν στις εταιρείες, ιατρικές εξετάσεις από γιατρούς που δεν ελέγχει η εταιρεία, αναγνώριση των συνδικάτων και οκτάωρη εργασία. Επικεφαλής της απεργίας ήταν ο Τζον Λόζον και ο Λούις Τίκας. Η εταιρεία για να καταπνίξει την απεργία, τους κάνει έξωση από τα σπίτια στα οποία τους στέγαζε και προσέλαβε απεργοσπάστες. Οι απεργοί δεν πτοήθηκαν. Έστησαν σκηνές στην περιοχή σε στρατηγικό σημείο, ώστε να εμποδίζουν τους απεργοσπάστες να μπουν στα ορυχεία. Τον Οκτώβριο, ο καταυλισμός των απεργών λειτουργούσε σαν πόλη: πεντακόσιοι άνδρες, τριακόσιες πενήντα γυναίκες, τετρακόσια πενήντα παιδιά, ελληνικός φούρνος, ελληνικό καφενείο.
Η εταιρεία ζήτησε την παρέμβαση της εθνοφρουράς και ο κυβερνήτης του Κολοράντο συμφώνησε. Οι συγκρούσεις ήταν βιαιότατες. Τότε η οικογένεια Ροκφέλερ υπέβαλε το αίτημα να ντυθούν με στολές της εθνοφρουράς δικά της, έμπιστα πρόσωπα, αποφασισμένα αν χρειαστεί να ρίξουν στο ψαχνό. Οι πιστολάδες της εταιρείας απαίτησαν από τον Λούις Τίκα να παραδώσει τους Ιταλούς συνδικαλιστές Φράνκ Λουμπίνο και Τζόν Μπαρτολότι. Ο Τίκας ζήτησε ένταλμα σύλληψης αλλά τέτοιο πράγμα δεν υπήρχε και ο Τίκας αρνήθηκε οποιαδήποτε διαπραγμάτευση. Κάποιοι από τους απεργούς οπλοφορούσαν. Η μάχη άρχισε., πάνω από σαράντα άτομα σκοτώθηκαν από σφαίρες και από ασφυξία. Οι πιστολάδες είχαν καταναλώσει πολύ ουίσκι από το κοντινό σαλούν και βρίσκονταν σε έξαλλη κατάσταση. Το επεισόδιο, που αποτελεί μαύρη σελίδα στην ιστορία των ΗΠΑ, ονομάστηκε "σφαγή του Λάντλοου". Ο Τίκας ζήτησε να δει τον επικεφαλής της εθνοφρουράς, λοχαγό Καρλ Λίντερφελντ. Έπειτα οι αυτόπτες μάρτυρες είπαν ότι ο αξιωματούχος χτύπησε με πρωτοφανή αγριότητα τον Τίκα στο κεφάλι με την καραμπίνα του. Η καραμπίνα έσπασε στα δύο όπως και το κρανίο του Τίκα. Οι εθνοφρουροί βάλθηκαν να πυροβολούν το άψυχο σώμα. Ευθύς αμέσως εισέβαλαν στον καταυλισμό, ρίχνοντας αδιακρίτως ενάντια σε οτιδήποτε κουνιόταν. Έδιωξαν τους απεργούς, σκότωσαν 18 άτομα, 10 εκ των οποίων ήταν παιδιά από τριών μηνών ως 11 ετών και έκαψαν τις σκηνές τους. Οταν οι απεργοί ξαναμπήκαν μερικές ημέρες αργότερα στον καταυλισμό βρήκαν το πτώμα του Τίκα. Η κηδεία του έγινε στις 27 Απριλίου 1914 και τη νεκρώσιμη πομπή ακολούθησαν χιλιάδες εργάτες.Πεντακόσιοι Έλληνες παρατάχτηκαν σε διπλή γραμμή για να τιμήσουν τον Λούις Τίκα.
Συνολικά σκοτώθηκαν 69 άνθρωποι και 400 απεργοί συνελήφθησαν. Ο λοχαγός δολοφόνος του Τίκα τιμωρήθηκε με απλή πειθαρχική επίπληξη.
Στο Σικάγο έγιναν διαδηλώσεις από τους σοσιαλιστές. Ο συγγραφέας Άπτον Σίνγκλαιρ μαζί με γυναίκες απεργών κάνουν περιοδείες και ενημερώνουν για τη σφαγή.
Τέσσερα μέλη των Wobblies σκοτώθηκαν κοντά στη Ν. Υόρκη από βόμβα που ετοίμαζαν για το σπίτι του Ροκφέλλερ.
Το χρονικό της μεγάλης απεργίας και της σφαγής δεν γράφτηκε ποτέ σε κανένα βιβλίο της αμερικάνικης ιστορίας. «ΞΕΧΑΣΤΗΚΕ».
Το 1944 ο Γούντι Γκάθρι έγραψε ένα τραγούδι με τίτλο 'Η σφαγή στο Λάντλοου΄ - το οποίο ακουγόταν στις διαδηλώσεις του '60.
Η κηδεία του έγινε στις 27 Απριλίου 1914 και τη νεκρώσιμη πομπή ακολούθησαν χιλιάδες εργάτες. Σχεδόν πεντακόσιοι Ελληνες παρατάχτηκαν στις οδούς Μέιν και Κομέρσιαλ σε διπλή γραμμή για να τιμήσουν τον Λούις Τίκας που σε ηλικία 28 χρονών (γεννήθηκε στις 13/3/1886), θαβόταν χιλιάδες μίλια μακριά από την αγαπημένη του Κρήτη, κάπου στο Φαρ Ουέστ.
Η Ένωση Ανθρακωρύχων Αμερικής έστησε ένα μνημείο το 1988, 74 χρόνια μετά , στη μνήμη των δολοφονημένων εργατών. Έκει βρίσκεται και ο τάφος του Λούις Τίκα
Απόστολος Καραμπάς
Απο την Προλεταριακή σημαία φύλο 619 μέσω του Αντιγειτονιές
Γούντι Κάθρι: Η σφαγή του Λάντλοου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου